Griechenland:Ιλίου Μέλαθρον: Unterschied zwischen den Versionen

Aus goethe.de
Wechseln zu: Navigation, Suche
Zeile 1: Zeile 1:
[[Datei:GRIECHENLAND_ILIOU_1_KK.jpg|200px|thumb|left|Μνημείο Bernhard Ornstein. Φωτογραφία: K.K. © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών]]
+
[[Datei:GRIECHENLAND_ILIOU_1_KK.jpg|200px|thumb|left|Ιλίου Μέλαθρον. Φωτογραφία: K.K. © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών]]
  
 
Το τριώροφο μέγαρο της οδού Πανεπιστημίου που είναι γνωστό με την επωνυμία «Ιλίου Μέλαθρον», οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1878-1880, για λογαριασμό του Γερμανού ανασκαφέα της Τροίας και των Μυκηνών Heinrich Schliemann. [*] Ήταν το πλουσιότερο μέχρι εκείνη την περίοδο ιδιωτικό κτίριο των Αθηνών και θεωρείται ως το πλέον διάσημο έργο του Ernst Ziller.
 
Το τριώροφο μέγαρο της οδού Πανεπιστημίου που είναι γνωστό με την επωνυμία «Ιλίου Μέλαθρον», οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1878-1880, για λογαριασμό του Γερμανού ανασκαφέα της Τροίας και των Μυκηνών Heinrich Schliemann. [*] Ήταν το πλουσιότερο μέχρι εκείνη την περίοδο ιδιωτικό κτίριο των Αθηνών και θεωρείται ως το πλέον διάσημο έργο του Ernst Ziller.
  
[[Datei:GRIECHENLAND_ILIOU_2_KK.jpg|500px|thumb|left|Μνημείο Bernhard Ornstein. Φωτογραφία: K.K. © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών]]
+
[[Datei:GRIECHENLAND_ILIOU_2_KK.jpg|500px|thumb|left|Ιλίου Μέλαθρον. Φωτογραφία: K.K. © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών]]
  
 
Στην περίπτωση του μεγάρου Schliemann, ο Ziller εμπνεύστηκε τα σχέδιά του κυρίως από την ιταλική νεοαναγεννησιακή αρχιτεκτονική, όπως αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στις τοξοστοιχίες της διπλής λότζιας (loggia) που δεσπόζει στην πρόσοψη του κτιρίου. Ταυτόχρονα όμως η σύνθεση εμπλουτίζεται με στοιχεία του αθηναϊκού νεοκλασικισμού, όπως οι παραστάδες, τα αετώματα στα ανοίγματα του άνω ορόφου, τα φουρούσια στους εξώστες, αλλά ακόμη και τα ιωνικά επίκρανα στις κολώνες της ίδιας της λότζιας.
 
Στην περίπτωση του μεγάρου Schliemann, ο Ziller εμπνεύστηκε τα σχέδιά του κυρίως από την ιταλική νεοαναγεννησιακή αρχιτεκτονική, όπως αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στις τοξοστοιχίες της διπλής λότζιας (loggia) που δεσπόζει στην πρόσοψη του κτιρίου. Ταυτόχρονα όμως η σύνθεση εμπλουτίζεται με στοιχεία του αθηναϊκού νεοκλασικισμού, όπως οι παραστάδες, τα αετώματα στα ανοίγματα του άνω ορόφου, τα φουρούσια στους εξώστες, αλλά ακόμη και τα ιωνικά επίκρανα στις κολώνες της ίδιας της λότζιας.
  
[[Datei:GRIECHENLAND_ILIOU_3_LK.jpg|500px|thumb|left|Μνημείο Bernhard Ornstein. Φωτογραφία: Λεωνίδας Καλλιβρετάκης © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών]]
+
[[Datei:GRIECHENLAND_ILIOU_3_LK.jpg|500px|thumb|left|Ιλίου Μέλαθρον. Φωτογραφία: Λεωνίδας Καλλιβρετάκης © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών]]
  
 
Η εντυπωσιακή μαρμάρινη σκάλα στο πλάι, που οδηγεί από τον κήπο στην κύρια είσοδο, αποτελούσε ειδική παραγγελία του ιδιοκτήτη, ενώ η εξωτερική εικόνα του κτιρίου ολοκληρωνόταν από εικοσιτέσσερα αγάλματα (αντίγραφα ελληνορωμαϊκών πρωτοτύπων), που έστεφαν περιμετρικά το δώμα.
 
Η εντυπωσιακή μαρμάρινη σκάλα στο πλάι, που οδηγεί από τον κήπο στην κύρια είσοδο, αποτελούσε ειδική παραγγελία του ιδιοκτήτη, ενώ η εξωτερική εικόνα του κτιρίου ολοκληρωνόταν από εικοσιτέσσερα αγάλματα (αντίγραφα ελληνορωμαϊκών πρωτοτύπων), που έστεφαν περιμετρικά το δώμα.
 
Η πλούσια ζωγραφική διακόσμηση του μεγάρου σχεδιάστηκε από τον Σλοβένο ζωγράφο Jurij Šubic, με θέματα εμπνευσμένα από την αρχαία ιστορία και μυθολογία, καθώς και από τις ανασκαφές της Τροίας και των Μυκηνών, που πλαισιώνονται από διακοσμητικά μοτίβα, σε ένα  ύφος επηρεασμένο από τις βίλλες της Πομπηίας. Σε όλους τους χώρους υπάρχουν αρχαιοελληνικές επιγραφές με αποσπάσματα του Ομήρου και άλλων συγγραφέων, καθιστώντας το κτίριο ένα «σπίτι-βιβλίο», κατά την έκφραση της συζύγου του ιδιοκτήτη, Σοφίας Σλήμαν.
 
Η πλούσια ζωγραφική διακόσμηση του μεγάρου σχεδιάστηκε από τον Σλοβένο ζωγράφο Jurij Šubic, με θέματα εμπνευσμένα από την αρχαία ιστορία και μυθολογία, καθώς και από τις ανασκαφές της Τροίας και των Μυκηνών, που πλαισιώνονται από διακοσμητικά μοτίβα, σε ένα  ύφος επηρεασμένο από τις βίλλες της Πομπηίας. Σε όλους τους χώρους υπάρχουν αρχαιοελληνικές επιγραφές με αποσπάσματα του Ομήρου και άλλων συγγραφέων, καθιστώντας το κτίριο ένα «σπίτι-βιβλίο», κατά την έκφραση της συζύγου του ιδιοκτήτη, Σοφίας Σλήμαν.
  
[[Datei:GRIECHENLAND_ILIOU_4_LK.jpg|500px|thumb|left|Μνημείο Bernhard Ornstein. Φωτογραφία: Λεωνίδας Καλλιβρετάκης © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών]]
+
[[Datei:GRIECHENLAND_ILIOU_4_LK.jpg|500px|thumb|left|Ιλίου Μέλαθρον. Φωτογραφία: Λεωνίδας Καλλιβρετάκης © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών]]
  
 
Αλλά και από τεχνικής απόψεως, στο μέγαρο είχαν εφαρμοστεί αξιοσημείωτες νεωτεριστικές λύσεις: κεντρική θέρμανση με φωταέριο, σύστημα εξαερισμού σε κάθε αίθουσα, και πυρίμαχα οικοδομικά υλικά, που βελτίωναν σημαντικά (ανάλογα με τις δυνατότητες της εποχής), την πυρασφάλεια του συνόλου.
 
Αλλά και από τεχνικής απόψεως, στο μέγαρο είχαν εφαρμοστεί αξιοσημείωτες νεωτεριστικές λύσεις: κεντρική θέρμανση με φωταέριο, σύστημα εξαερισμού σε κάθε αίθουσα, και πυρίμαχα οικοδομικά υλικά, που βελτίωναν σημαντικά (ανάλογα με τις δυνατότητες της εποχής), την πυρασφάλεια του συνόλου.
  
[[Datei:GRIECHENLAND_ILIOU_5_LK.jpg|500px|thumb|left|Μνημείο Bernhard Ornstein. Φωτογραφία: Λεωνίδας Καλλιβρετάκης © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών]]
+
[[Datei:GRIECHENLAND_ILIOU_5_LK.jpg|500px|thumb|left|Ιλίου Μέλαθρον. Φωτογραφία: Λεωνίδας Καλλιβρετάκης © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών]]
  
 
Μετά τον θάνατο του Ερρίκου Σλήμαν, το μέγαρο παρέμεινε στην ιδιοκτησία της οικογένειάς του μέχρι το 1926, οπότε πωλήθηκε στο Ελληνικό δημόσιο, και στέγασε διαδοχικά την Εθνική Πινακοθήκη (1927-1929), το Συμβούλιο Επικρατείας (1929-1934), τον Άρειο Πάγο (1934-1981) και τελικώς το Εφετείο (1981-1982). Εν τω μεταξύ, από το 1934 είχαν αφαιρεθεί τα αγάλματα από τη στέψη του κτιρίου, με αφορμή την κατάρρευση τμήματος ενός από αυτά στο οδόστρωμα. Το 1984, το μέγαρο περιήλθε στην δικαιοδοσία του Υπουργείου Πολιτισμού και στο διάστημα 1984-2007 πραγματοποιήθηκαν διαδοχικές αποκαταστάσεις του, προκειμένου να φιλοξενήσει το Νομισματικό Μουσείο.
 
Μετά τον θάνατο του Ερρίκου Σλήμαν, το μέγαρο παρέμεινε στην ιδιοκτησία της οικογένειάς του μέχρι το 1926, οπότε πωλήθηκε στο Ελληνικό δημόσιο, και στέγασε διαδοχικά την Εθνική Πινακοθήκη (1927-1929), το Συμβούλιο Επικρατείας (1929-1934), τον Άρειο Πάγο (1934-1981) και τελικώς το Εφετείο (1981-1982). Εν τω μεταξύ, από το 1934 είχαν αφαιρεθεί τα αγάλματα από τη στέψη του κτιρίου, με αφορμή την κατάρρευση τμήματος ενός από αυτά στο οδόστρωμα. Το 1984, το μέγαρο περιήλθε στην δικαιοδοσία του Υπουργείου Πολιτισμού και στο διάστημα 1984-2007 πραγματοποιήθηκαν διαδοχικές αποκαταστάσεις του, προκειμένου να φιλοξενήσει το Νομισματικό Μουσείο.

Version vom 23. Mai 2016, 03:34 Uhr

Ιλίου Μέλαθρον. Φωτογραφία: K.K. © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών

Το τριώροφο μέγαρο της οδού Πανεπιστημίου που είναι γνωστό με την επωνυμία «Ιλίου Μέλαθρον», οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1878-1880, για λογαριασμό του Γερμανού ανασκαφέα της Τροίας και των Μυκηνών Heinrich Schliemann. [*] Ήταν το πλουσιότερο μέχρι εκείνη την περίοδο ιδιωτικό κτίριο των Αθηνών και θεωρείται ως το πλέον διάσημο έργο του Ernst Ziller.

Ιλίου Μέλαθρον. Φωτογραφία: K.K. © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών

Στην περίπτωση του μεγάρου Schliemann, ο Ziller εμπνεύστηκε τα σχέδιά του κυρίως από την ιταλική νεοαναγεννησιακή αρχιτεκτονική, όπως αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στις τοξοστοιχίες της διπλής λότζιας (loggia) που δεσπόζει στην πρόσοψη του κτιρίου. Ταυτόχρονα όμως η σύνθεση εμπλουτίζεται με στοιχεία του αθηναϊκού νεοκλασικισμού, όπως οι παραστάδες, τα αετώματα στα ανοίγματα του άνω ορόφου, τα φουρούσια στους εξώστες, αλλά ακόμη και τα ιωνικά επίκρανα στις κολώνες της ίδιας της λότζιας.

Ιλίου Μέλαθρον. Φωτογραφία: Λεωνίδας Καλλιβρετάκης © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών

Η εντυπωσιακή μαρμάρινη σκάλα στο πλάι, που οδηγεί από τον κήπο στην κύρια είσοδο, αποτελούσε ειδική παραγγελία του ιδιοκτήτη, ενώ η εξωτερική εικόνα του κτιρίου ολοκληρωνόταν από εικοσιτέσσερα αγάλματα (αντίγραφα ελληνορωμαϊκών πρωτοτύπων), που έστεφαν περιμετρικά το δώμα. Η πλούσια ζωγραφική διακόσμηση του μεγάρου σχεδιάστηκε από τον Σλοβένο ζωγράφο Jurij Šubic, με θέματα εμπνευσμένα από την αρχαία ιστορία και μυθολογία, καθώς και από τις ανασκαφές της Τροίας και των Μυκηνών, που πλαισιώνονται από διακοσμητικά μοτίβα, σε ένα ύφος επηρεασμένο από τις βίλλες της Πομπηίας. Σε όλους τους χώρους υπάρχουν αρχαιοελληνικές επιγραφές με αποσπάσματα του Ομήρου και άλλων συγγραφέων, καθιστώντας το κτίριο ένα «σπίτι-βιβλίο», κατά την έκφραση της συζύγου του ιδιοκτήτη, Σοφίας Σλήμαν.

Ιλίου Μέλαθρον. Φωτογραφία: Λεωνίδας Καλλιβρετάκης © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών

Αλλά και από τεχνικής απόψεως, στο μέγαρο είχαν εφαρμοστεί αξιοσημείωτες νεωτεριστικές λύσεις: κεντρική θέρμανση με φωταέριο, σύστημα εξαερισμού σε κάθε αίθουσα, και πυρίμαχα οικοδομικά υλικά, που βελτίωναν σημαντικά (ανάλογα με τις δυνατότητες της εποχής), την πυρασφάλεια του συνόλου.

Ιλίου Μέλαθρον. Φωτογραφία: Λεωνίδας Καλλιβρετάκης © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών

Μετά τον θάνατο του Ερρίκου Σλήμαν, το μέγαρο παρέμεινε στην ιδιοκτησία της οικογένειάς του μέχρι το 1926, οπότε πωλήθηκε στο Ελληνικό δημόσιο, και στέγασε διαδοχικά την Εθνική Πινακοθήκη (1927-1929), το Συμβούλιο Επικρατείας (1929-1934), τον Άρειο Πάγο (1934-1981) και τελικώς το Εφετείο (1981-1982). Εν τω μεταξύ, από το 1934 είχαν αφαιρεθεί τα αγάλματα από τη στέψη του κτιρίου, με αφορμή την κατάρρευση τμήματος ενός από αυτά στο οδόστρωμα. Το 1984, το μέγαρο περιήλθε στην δικαιοδοσία του Υπουργείου Πολιτισμού και στο διάστημα 1984-2007 πραγματοποιήθηκαν διαδοχικές αποκαταστάσεις του, προκειμένου να φιλοξενήσει το Νομισματικό Μουσείο.

Heinrich Schliemann

Ο Heinrich Schliemann (Ερρίκος Σλήμαν/ Σχλήμαν/ Σχλιμάννος, 1822-1890), υπήρξε ενδεχομένως ο διασημότερος ερασιτέχνης ανασκαφέας όλων των εποχών. Γιός προτεστάντη ιερέα, γεννήθηκε στο Neubukow του Μεγάλου Δουκάτου του Mecklenburg-Schwerin, κοντά στη Βαλτική. Ξεκινώντας από δεκατετράχρονος υπάλληλος παντοπωλείου, συνέχισε ως καμαρότος ατμοπλοίου, λογιστής στο Άμστερνταμ, εμπορικός αντιπρόσωπος στην Αγία Πετρούπολη, χρυσοθήρας στην Καλιφόρνια, έμπορος λουλακιού (indigo) και προμηθευτής του Ρωσικού στρατού κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου, ούτως ώστε το 1858, σε ηλικία μόλις 36 ετών, έχοντας συγκεντρώσει μεγάλη περιουσία, μπόρεσε να αποσυρθεί από τις επιχειρήσεις και να ασχοληθεί με το παιδικό του όνειρο, την αναζήτηση της αρχαίας Τροίας, θεωρώντας ότι τα Ομηρικά έπη δεν είναι απλή μυθολογία, αλλά απηχούν ιστορικά γεγονότα και αναφέρουν υπαρκτούς τόπους. Χωρίς να πραγματοποιήσει πανεπιστημιακές σπουδές, κατάφερε να αποκτήσει ένα διδακτορικό δίπλωμα «in absentia» το 1869 από το πανεπιστήμιο του Rostock, με μια διατριβή στην οποία υποστήριζε ότι η αρχαία Τροία βρισκόταν στην περιοχή του Hissarlik, μια εκτίμηση που είχε ήδη διατυπωθεί και από άλλους νωρίτερα, χωρίς ωστόσο να τεκμηριωθεί.

Το 1869 ο Schliemann εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και λίγο αργότερα ταξίδεψε στην Τουρκία, όπου ξεκίνησε ανασκαφές στον λόφο του Hissarlik, χρησιμοποιώντας αμφιλεγόμενες μεθόδους και καταστρέφοντας ενδιάμεσα στρώματα, ώσπου το 1873 ανακάλυψε αρχαία τείχη και μια σημαντική ποσότητα χρυσών κοσμημάτων και άλλων πολυτίμων αντικειμένων, που ονόμασε «θησαυρό του Πριάμου» (Schatz des Priamos), πιστεύοντας ότι είχε ανακαλύψει την ομηρική Τροία. Παρά το ότι σήμερα η επιστημονική αρχαιολογία υποστηρίζει με πειστικά επιχειρήματα ότι η Τροία του Schliemann (Τροία II) είναι πολύ παλαιότερη και εκτιμά ότι, εάν υπήρξε η Τροία της εποχής που περιγράφει ο Όμηρος, αυτή βρίσκεται σε ανώτερο επίπεδο (Τροία VIIa), είναι εντούτοις γεγονός ότι το εγχείρημα του Γερμανού ανασκαφέα έλυσε οριστικά το ζήτημα της γεωγραφικής –τουλάχιστον- θέσης του αρχαίου Ιλίου.

Στη συνέχεια ο Schliemann επέστρεψε επανειλημμένα στο Hissarlik, ενώ παράλληλα επιχείρησε ανασκαφές σε διάφορα σημεία της Ελλάδας, όπως στον Ορχομενό, την Ιθάκη, την Τίρυνθα και κυρίως στις Μυκήνες (που είχαν ήδη εν μέρει ανασκαφεί το 1841 από τον Κυριάκο Πιττακή), όπου το 1876 έφερε στο φως προϊστορικούς τάφους και πολύτιμα κτερίσματα, δίνοντας πάλι ομηρικές ονομασίες στα ευρήματά του, όπως το χρυσό «Προσωπείο του Αγαμέμνονα» (Goldmaske des Agamemnon), που σήμερα έχει τεκμηριωθεί ότι είναι πολύ παλαιότερο της εποχής που υποτίθεται ότι έζησε ο Αγαμέμνων. Σε κάθε περίπτωση όμως, οι ανακαλύψεις του έδωσαν μια ώθηση στις αρχαιολογικές έρευνες της προκλασικής Ελλάδας, που απέκτησαν έκτοτε έναν δυναμισμό ο οποίος διατηρείται ακόμη.

Ο Schliemann πέθανε στη Νάπολη της Ιταλίας στις 26 Δεκεμβρίου 1890 (ν.η.), κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού, αφού προηγουμένως πρόλαβε να επισκεφθεί την Πομπηία. Η σορός του μεταφέρθηκε προκειμένου να ταφεί στην Αθήνα, και στη νεκρώσιμη ακολουθία παρέστησαν ο βασιλιάς Γεώργιος Α’, τα μέλη της κυβέρνησης, το διπλωματικό σώμα και η ακαδημαϊκή κοινότητα, ενώ τον επικήδειο εκφώνησε ο συνεργάτης και φίλος του Wilhelm Dörpfeld, διευθυντής του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Αθηνών. Από τον δεύτερο γάμο του με την Ελληνίδα Σοφία Εγκαστρωμένου (1852–1932) απέκτησε δύο παιδιά, την Ανδρομάχη και τον Αγαμέμνονα. Προς τιμήν του, μια οδός της Αθήνας (στο τέρμα Αχαρνών) ονομάστηκε οδός Ερρίκου Σλήμαν, ενώ δόθηκε και το όνομα της συζύγου του σε μια πάροδο της λεωφόρου Κηφισίας.

Ernst Ziller

Ο Ernst Ziller (1837-1923) γεννήθηκε στο Serkowitz (σημερινό Radebeul) της Σαξονίας, γόνος μιας οικογένειας με παράδοση στην αρχιτεκτονική και την εργολαβία οικοδομών. Μετά τις σπουδές του στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Δρέσδης (Akademie der Bildenden Künste zu Dresden), πήγε στη Βιέννη, όπου εργάστηκε στο γραφείο του διάσημου ήδη τότε Δανού νεοκλασικιστή αρχιτέκτονα Theophil Hansen, τον οποίο συνόδευσε για πρώτη φορά στην Αθήνα το 1861, προκειμένου να επιβλέψει την οικοδομή της Ακαδημίας Αθηνών, μελετώντας παράλληλα τα μνημεία της αρχαιοελληνικής και βυζαντινής τέχνης. Μετά από μια διακοπή (1864-1868), κατά τη διάρκεια της οποίας σπούδασε εκ του σύνεγγυς την Ιταλική αρχιτεκτονική, ο Ziller επέστρεψε στην Αθήνα, όπου συνέχισε να επιβλέπει την εκτέλεση σχεδίων του Hansen, ενώ από τις αρχές της δεκαετίας του 1870 ξεκίνησε και τις δικές του εργασίες, οι οποίες συνεχίστηκαν για τα επόμενα 50 χρόνια. Υπολογίζεται ότι ο Ziller σχεδίασε εκατοντάδες κτίρια, κυρίως στην Αθήνα (αλλά και αλλού), τα περισσότερα από τα οποία δεν υπάρχουν πλέον, θύματα της άναρχης οικοδομικής ανάπτυξης του δευτέρου μισού του 20ου αιώνα. Διατηρούνται όμως αρκετά, τα οποία (σε συνδυασμό και με το διασωζόμενο αρχείο των σχεδίων του) αποτυπώνουν επαρκώς την εξέλιξη των αρχιτεκτονικών του προσανατολισμών. Προκειμένου να τιμηθεί η συμβολή του Ziller στην αρχιτεκτονική εξέλιξη της Αθήνας, το όνομά του δόθηκε σε μια πάροδο της οδού Καυταντζόγλου (Πατήσια).

Jurij Šubic

Ο Jurij Šubic (1855-1890) γεννήθηκε στην Poljane της Σλοβενίας (που τότε ανήκε στην Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία). Γιός και αδελφός ζωγράφου, μαθήτευσε αρχικά στο εργαστήρι του πατέρα του και στη συνέχεια σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βιέννης (Akademie der Bildenden Künste). Εκτός της πατρίδας του, εργάστηκε στην Αυστρία, την Μοραβία, τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ελλάδα, ζωγραφίζοντας όχι μόνον τοιχογραφίες και αλληγορικές συνθέσεις (όπως στην περίπτωση του μεγάρου Schliemann), αλλά επίσης πορτραίτα, τοπία και καθημερινές σκηνές, εξελισσόμενος από τον ακαδημαϊσμό προς έναν ρεαλισμό του υπαίθριου χώρου (Pleinairism), μελετώντας ιδιαίτερα το παιχνίδι του φωτός. Πέθανε στη Λειψία, σε ηλικία μόλις 35 ετών.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

Heinrich Schliemann, Ithaka, der Peloponnes und Troja, Λειψία 1869.

Heinrich Schliemann, Trojanische Altertümer: Bericht über die Ausgrabungen in Troja, Λειψία 1874, 2η έκδ. Cambridge University 2010.

Heinrich Schliemann, Mykenä, Λειψία 1877.

Heinrich Schliemann, Orchomenos, Λειψία 1881.

Ερρίκος Τσίλλερ, «Η εν Αθήναις οικία του κ. Schliemann», περιοδική έκδοση Δελτίον της Εστίας, αριθ. 211, 11 Ιανουαρίου 1881.

«Ο Σχλήμαν κατ’ οίκον», περιοδικό Εστία, 11 Δεκεμβρίου 1883.

Heinrich Schliemann, Tiryns, Λειψία 1886.

Νεκρολογίες και ρεπορτάζ από την κηδεία του Heinrich Schliemann στις αθηναϊκές εφημερίδες Εφημερίς, 15 Δεκεμβρίου 1890, Το Άστυ, 23 και 24 Δεκεμβρίου 1890.

R. Virchow, «Heinrich Schliemann», Die Nation 8/14, 1891.

«Η στέγασις του Συμβουλίου Επικρατείας – Η Πινακοθήκη εις ίδιον μέγαρον», εφημερίδα Ελεύθερον Βήμα, 5 Ιανουαρίου 1929.

Νεκρολογίες και ρεπορτάζ από την κηδεία της Σοφίας Σλήμαν στις αθηναϊκές εφημερίδες Αθηναϊκά Νέα, Έθνος, Ελεύθερον Βήμα και Εσπερινή, 28-30 Οκτωβρίου 1932.

Emil Ludwig, Schliemann - Geschichte eines Goldsuchers, Βερολίνο 1932.

Εμίλ Λούντβιχ, Ιστορία ενός χρυσοθήρα, Αθήνα 1962.

Ν. Γιοκαρίνης, «Τα αγάλματα του μεγάρου Σλήμαν: Το γκρέμισμα των θεών και των ημιθέων», εφημερίδα Αθηναϊκά Νέα, 27 Ιανουαρίου 1934.

France Mesesnel, «Jurij Šubic v Atenah», Zbornik za umetnostno zgodovino, Ljubljana 1935.

«Αναγκαστικός Νόμος υπ’ αριθ. 311/1936 περί μεταβολής του σκοπού δι’ ον δυνάμει της από 6 Απριλίου 1926 Συντακτικής Αποφάσεως ηγοράσθη το εν Αθήναις Μέγαρον ‘Ίλίου Μέλαθρον’», Εφημερίς της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος Α 494 (1936).

France Mesesnel, Janez in Jurij Šubic, Ljubljana 1939, 2η έκδ. 1977.

Hans Hermann Russack, Deutsche bauen in Athen, Βερολίνο 1942.

Δημήτριος Παπαστάμου, Ερνέστος Τσίλλερ – Προσπάθεια Μονογραφίας, Αθήνα 1973.

Leo Deuel, Memoirs of Heinrich Schliemann: A Documentary Portrait Drawn from his Autobiographical Writings, Letters, and Excavation Reports, Νέα Υόρκη 1977.

Κώστας Η. Μπίρης, Αι Αθήναι από του 19ου εις τον 20ον αιώνα, Αθήνα 3η έκδ. 1996.

H. Döhl, Heinrich Schliemann- Mythos und Ärgernis, München 1981.

Χαρά Κιοσέ, «Εφετείο … Σλήμαν», εφημερίδα Τα Νέα, 18 Μαρτίου 1981.

Χαρά Κιοσέ, «Το Νομισματικό Μουσείο στο ‘Ιλίου Μέλαθρον’», εφημερίδα Τα Νέα, 24 Δεκεμβρίου 1983.

Δημήτρης Φιλιππίδης, Νεοελληνική Αρχιτεκτονική, Αθήνα 1984.

«Το ‘Ιλίου Μέλαθρον’ ξαναβρίσκει την αίγλη του», εφημερίδα Τα Νέα, 27 Οκτωβρίου 1984.

William M. Calder, D. A. Traill (εκδ.) Myth, Scandal and History: The Heinrich Schliemann Controversy and a First Edition of the Mycenaean Diary, Detroit 1986.

Robert Payne, The Gold of Troy: The Story of Heinrich Schliemann and the Buried Cities of Ancient Greece, 2η έκδ. Νέα Υόρκη 1990.

Manfred Korfmann (εκδ.), Heinrich Schliemann, Bericht über die Ausgrabungen in Troja in den Jahren 1871-1873, Μόναχο-Ζυρίχη 1990.

Γεώργιος Σ. Κορρές, Σοφία-Ναυσικά Δ. Ταράντου, «Ιλίου Μέλαθρον: Το κλασσικό δημιούργημα του Τσίλλερ», Αρμός -Τιμητικός τόμος στον καθηγητή Ν.Κ. Μουτσόπουλο, τ. 2ος, Θεσσαλονίκη 1991.

Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη, Αριστέα Παπανικολάου-Κρίστενσεν, Ernst Ziller, Αναμνήσεις, Αθήνα 1997.

Susan Heuck Allen, Finding the walls of Troy: Frank Calvert and Heinrich Schliemann at Hisarlík, University of California 1999.

Danae Coulmas, Schliemann und Sophia: Eine Liebesgeschichte, Μόναχο 2002.

Ana Kocjančič, «Slikar Jurij Šubic in njegove freske v Iliou Mélathronu», Loški Razgledi 49 (2002).

Friedbert Ficker, Gert Morzinek, Barbara Mazurek, Ernst Ziller: Ein sächsischer Architekt und Bauforscher in Griechenland - Die Familie Ziller, Lindenberg im Allgäu 2003.

Maro Kardamitsi-Adami, Classical Revival: The Architecture of Ernst Ziller 1837–1923, Athens 2006.

Μάρω Καρδαμίτση - Αδάμη, Γιώργης Γερόλυμπος, Έρνστ Τσίλλερ 1837-1923: Η τέχνη του κλασικού, Αθήνα, 2006.

Ανδρομάχη Γαζή, «Ο κύριος Σλήμαν δεν είναι εδώ: Μια νεανική ματιά στο Ιλίου Μέλαθρον», Museology - International Scientific Electronic Journal 6 (2011), αναρτημένο στην ιστοσελίδα: http://www.academia.edu/4641626/Ο_κύριος_Σλήμαν_δεν_είναι_εδώ

Τοποθεσία

Ιλίου Μέλαθρον
Οδός Πανεπιστημίου 12
Αθήνα