Griechenland:Εθνικό Θέατρο: Unterschied zwischen den Versionen
Zeile 19: | Zeile 19: | ||
Τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν στις 24 Νοεμβρίου 1901, με παραστάσεις τον μονόλογο από το έργο του Δημήτρη Βερναρδάκη “Μαρία Δοξαπατρή” και δύο ελληνικές μονόπρακτες κωμωδίες: τον “Θάνατο του Περικλέους” του Δημήτριου Κορομηλά και το “Ζητείται υπηρέτης” του Χαράλαμπου ΄Αννινου. Το 1908 το θέατρο έκλεισε και από το 1932 λειτουργεί αδιαλείπτως ως η Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. | Τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν στις 24 Νοεμβρίου 1901, με παραστάσεις τον μονόλογο από το έργο του Δημήτρη Βερναρδάκη “Μαρία Δοξαπατρή” και δύο ελληνικές μονόπρακτες κωμωδίες: τον “Θάνατο του Περικλέους” του Δημήτριου Κορομηλά και το “Ζητείται υπηρέτης” του Χαράλαμπου ΄Αννινου. Το 1908 το θέατρο έκλεισε και από το 1932 λειτουργεί αδιαλείπτως ως η Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. | ||
− | [[Datei: | + | [[Datei:GRIECHENLAND_THEATRO_5_CP.jpg|500px|thumb|left|Εθνικό Θέατρο. Φωτογραφία: © Culturplay]] |
[[Datei:GRIECHENLAND_THEATRO_4_LK.jpg|500px|thumb|left|Εθνικό Θέατρο. Φωτογραφία: Λεωνίδας Καλλιβρετάκης © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών]] | [[Datei:GRIECHENLAND_THEATRO_4_LK.jpg|500px|thumb|left|Εθνικό Θέατρο. Φωτογραφία: Λεωνίδας Καλλιβρετάκης © Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών]] |
Version vom 28. September 2016, 09:10 Uhr
Το τελευταίο θέατρο που σχεδίασε ο Ερνέστος Τσίλερ (Ernst Ziller), χτίστηκε την περίοδο 1891- 1901 και ακολουθεί εξωτερικά το πρότυπο της Βιβλιοθήκης του Αδριανού, ως προς την εσωτερική διαμόρφωση δε, την παράδοση των γερμανικών θεάτρων που δίνουν έμφαση στη σκηνή κι όχι τόσο στην αίθουσα.
Δεδομένης της απουσίας μόνιμου κρατικού θεάτρου, ο βασιλιάς Γεώργιος Α' πήρε την πρωτοβουλία να ιδρύσει το Βασιλικό Θέατρο, σήμερα γνωστό ως Εθνικό Θέατρο. Για την κατασκευή του αξιοποιήθηκαν δωρεές ευκατάστατων Ελλήνων του εξωτερικού, όπως η οικογένεια Ράλλη, του ομώνυμου εμπορικού οίκου του Λονδίνου, καθώς επίσης και οι τραπεζίτες Ε. Ευγενίδης και ο Μ. Κοριαλένιος.
Ο σχεδιασμός του κτιρίου ανατέθηκε στον δημοφιλή και δραστήριο Ερνέστο Τσίλερ, ο οποίος προηγουμένως είχε βάλει τη σφραγίδα του στα θέατρα της Πάτρας και της Ζακύνθου (που καταστράφηκε στο σεισμό του 1953), καθώς και στο Δημοτικό Θέατρο της Αθήνας (που κατεδαφίστηκε επί δικτατορίας Μεταξά).
Για την ανέγερση του νέου θεάτρου επελέγη ένα οικόπεδο μακριά από το κέντρο της πόλης, μικρών σχετικά διαστάσεων και με έντονη κλίση, που αγοράστηκε σε υψηλή τιμή από τον γερμανικής καταγωγής αυλικό Νικόλαο Θων, ο οποίος διετέλεσε αργότερα και διευθυντής του θεάτρου. Σε μια ακόμη πρόκληση για το αρχιτεκτονικό του ταλέντο ο Τσίλερ έδωσε μια ευφάνταστη λύση, με αποτέλεσμα το μεγαλοπρεπές εκλεκτικιστικό κτίριο που κινείται στο πνεύμα του γερμανικού νεομπαρόκ.
Τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν στις 24 Νοεμβρίου 1901, με παραστάσεις τον μονόλογο από το έργο του Δημήτρη Βερναρδάκη “Μαρία Δοξαπατρή” και δύο ελληνικές μονόπρακτες κωμωδίες: τον “Θάνατο του Περικλέους” του Δημήτριου Κορομηλά και το “Ζητείται υπηρέτης” του Χαράλαμπου ΄Αννινου. Το 1908 το θέατρο έκλεισε και από το 1932 λειτουργεί αδιαλείπτως ως η Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.
Το κτίριο υπέστη ποικίλες επεμβάσεις στη διάρκεια του 20ού αιώνα, κατά διάρκεια των οποίων αφαιρέθηκαν τα έξι αρχαία αγάλματα που αρχικά έστεφαν την πρόσοψη του. Το 1961-1963 επεκτάθηκε, βάσει σχεδίων του αρχιτέκτονα Βασίλειου Δούρου (1904-1981), πάντοτε μέσα στο πνεύμα του Τσίλερ, ενώ στις αρχές του 21ου αιώνα πραγματοποιήθηκε μια ακόμη εκτεταμένη ανακαίνισή του.