Ακοίμητος φύλακας στον τάφο του σπουδαίου Γερμανού αρχαιολόγου Άντολφ Φουρτβένγκλερ (Adolf Furtwängler) είναι το χάλκινο αντίγραφο της Σφίγγας της Αίγινας που ο ίδιος είχε φέρει στο φως.
Με το κεφάλι της στραμμένο στο πλάι και τα χαρακτηριστικά της όχι πλέον δαιμονικά αλλά ανθρώπινα, η Σφίγγα της Αίγινας, εξαιρετικό δείγμα αναθήματος που μαρτυρά την μεγάλη παράδοση του νησιού στην γλυπτική, είναι από τα σημαντικότερα αρχαιολογικά ευρήματα του Άντολφ Φουρτβένγκλερ (1853-1907).
Προς τιμήν του γεγονότος, η Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία παρήγγειλε χάλκινο αντίγραφο του ευρήματος για να στέψει τη λιτή στήλη του τάφου του Γερμανού αρχαιολόγου, ο οποίος, μετά από πλούσια δραστηριότητα στην Ελλάδα, άφησε την τελευταία του πνοή στην Αθήνα.
Γιος καθηγητή της αρχαίας ελληνικής φιλολογίας, ο Φουρτβένγκλερ σπούδασε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, Φράιμπουργκ (Freiburg), καθώς και στα πανεπιστήμια της Λειψίας και του Μονάχου, όπου δέχθηκε την επίδραση των ιδεών του καθηγητή Χάινριχ Μπρυν (Heinrich Brunn), θεμελιωτή της συγκριτικής ανάλυσης των αρχαίων έργων τέχνης.
Το 1880, ανέλαβε υποδιευθυντής στο Μουσείο του Βερολίνου και διδάσκων (privatdozent) στο πανεπιστήμιο της ίδιας πόλης, ενώ το 1894 εγκαταστάθηκε στην πρωτεύουσα της Βαυαρίας, διαδεχόμενος τον μέντορά του στην έδρα κλασικής αρχαιολογίας και στη διεύθυνση της Γλυπτοθήκης του Μονάχου.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1870, άρχισε να επισκέπτεται συστηματικά και για μεγάλα χρονικά διαστήματα την Ελλάδα, συμμετέχοντας σε αρκετές ανασκαφές, όπως της Ολυμπίας, των Μυκηνών και κυρίως της Αίγινας. Εκεί, στα ερείπια του ναού του Απόλλωνα της Κολώνας, ανακάλυψε την περίφημη μαρμάρινη σφίγγα που σήμερα εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αίγινας.
Διακρίθηκε, επίσης, για την προσπάθειά του να αναπαράγει τους αρχικούς χρωματισμούς αρχαίων μνημείων, όπως στην περίπτωση των αετωμάτων του ναού της Αφαίας Αθηνάς, με αξιοσημείωτα αποτελέσματα, αν ληφθεί υπόψη το επίπεδο των γνώσεων και των τεχνικών δυνατοτήτων εκείνης της εποχής.
Παράλληλα, επεξεργάστηκε μεθόδους χρονολόγησης των αρχαιολογικών ευρημάτων (και συνακόλουθα των αρχαιολογικών χώρων και επιπέδων όπου είχαν βρεθεί), μέσω της εξελικτικής ταξινόμησης των καλλιτεχνικών τεχνοτροπιών, εμπλουτίζοντας σημαντικά τις επιστημονικές μας γνώσεις σε αυτούς τους τομείς.