Ένα από τα δυο κεντρικά ξενοδοχεία της πλατείας Ομονοίας, που εγκαινίασαν μια νέα εποχή για τα αθηναϊκά ξενοδοχεία στα τέλη του 19ου αιώνα, φέρει την αρχιτεκτονική υπογραφή του Ερνέστου Τσίλερ (Ernst Ziller).
Στη θέση της οικίας του πολιτικού και κατά διαστήματα πρωθυπουργού, Χαριλάου Τρικούπη, οικοδομήθηκε, μεταξύ των ετών 1890-1894, το τετραώροφο ξενοδοχείο «Μπάγκειον» (αναφερόμενο επίσης ως «Πάγκειον» και σπανιότερα ως «Φίλιππος Β’»), για λογαριασμό του επιχειρηματία Ιωάννη Μπάγκα.
Από αρχιτεκτονικής απόψεως, το κτίριο που δεσπόζει στην ανατολική γωνία της διασταύρωσης της οδού Αθηνάς με την πλατεία Ομονοίας, αποτελεί δείγμα του όψιμου νεοκλασικισμού, με εκλεκτικιστικά στοιχεία των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα, και είναι “δίδυμο” με το γειτονικό του ξενοδοχείο «Μέγας Αλέξανδρος».
Καινοτομία στο κτίριο αποτελεί το κεντρικό υαλοσκεπές αίθριο, γύρω από το οποίο αρθρώνονται όλες οι λειτουργίες του ξενοδοχείου. Το νέο αυτό στοιχείο σε συνδυασμό με τους πολυτελείς κοινόχρηστους χώρους, με τους εντυπωσιακούς μπαρόκ καθρέφτες και τις ζωγραφικές διακοσμήσεις των τοίχων, ίχνη των οποίων είναι ακόμη ορατά, αποδίδουν στο κτίριο ιδιαίτερη αίγλη.
Οι ευθύγραμμες επιστέψεις των ανοιγμάτων του πρώτου ορόφου εναλλάσσονται με τις αετωματικές των ανοιγμάτων του δευτέρου, ενώ τα καμπύλα μπαλκόνια του πρώτου ορόφου πλαισιώνονται από καρυάτιδες. Ο τέταρτος όροφος κοσμείται από βαθυκόκκινες ορθογώνιες επιφάνειες μεταξύ των ανοιγμάτων, στοιχείο που χαρακτηρίζει ορισμένα από τα κτίρια του Τσίλερ εκείνης της περιόδου (όπως το ξενοδοχείο «Μέγας Αλέξανδρος» και το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο).
Το κτίριο δεν λειτουργούσε μόνο ως ξενοδοχείο, αλλά φιλοξενούσε και εμπορικές δραστηριότητες, καθώς διέθετε σειρά καταστημάτων στο ισόγειο και το υπόγειο. Το ομώνυμο «μποέμικο», όπως το περιγράφει ο Μάριος Βαϊάνος, ζαχαροπλαστείο με τα καμπυλωτά τόξα, αποτέλεσε κατά την περίοδο του μεσοπολέμου ένα από τα πλέον φημισμένα φιλολογικά στέκια της Αθήνας.
Ανάμεσα στους θαμώνες του, που «παρασύρονται στο αιώνιο όνειρο της ποιήσεως και στα περίεργα σχέδια μελλοντικών πραγμάτων», αναφέρονται οι Κώστας Βάρναλης, Γιάννης Ρίτσος, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Άγγελος Τερζάκης, Ορέστης Λάσκος, Τέλλος Άγρας, Μιλτιάδης Μαλακάσης, Μυρτιώτισσα (Θεώνη Δρακοπούλου) και Άλκης Θρύλος (Ελένη Ουράνη).
Σε αντίθεση με τα περισσότερα ξενοδοχεία της ευρύτερης περιοχής που μεταπολεμικά παρήκμασαν, το «Μπάγκειον» παρουσίασε αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα. Για ένα διάστημα απέκτησε και παράρτημα σε άλλο κτίριο της πλατείας Ομονοίας, ενώ το κεντρικό κτίριο λειτούργησε τουλάχιστον μέχρι το 1977, έστω και ως τρίτης κατηγορίας πλέον.
Μετά τη διακοπή της λειτουργίας του ξενοδοχείου, οι χώροι του χρησιμοποιήθηκαν κατά καιρούς για συνελεύσεις σωματείων και ως κομματικό εκλογικό κέντρο, ενώ στα τέλη του 20ου αιώνα στέγασαν και μια ιδιωτική σχολή (1994-2002). Έκτοτε μεσολάβησε μια περίοδος σιωπής, ώσπου το «Μπάγκειον» απέκτησε ξανά ζωή, με πιο πρόσφατη δραστηριότητά του την φιλοξενία καλλιτεχνικών εκδηλώσεων στο πλαίσιο της Athens Biennale 2015-2017.