Μέγαρο Μελά
Το 1873 ο μεγαλέμπορος Βασίλειος Μελάς (1819-1884) αγόρασε το οικοδομικό τετράγωνο που περικλείεται από τις οδούς Αιόλου, Σοφοκλέους, Στρέιτ και Κρατίνου, στη νοτιοανατολική γωνία της τότε πλατείας Λουδοβίκου (σημερινής πλατείας Δημαρχείου / Κοτζιά) και ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Ernst Ziller τη μελέτη οικοδόμησης διώροφου μεγάρου με υπόγειο.
Ο Ernst Ziller (Ερνέστος Τσίλλερ, 1837-1923) υπήρξε Γερμανός αρχιτέκτονας που δραστηριοποιήθηκε στην Ελλάδα κατά το δεύτερο μισό του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα.[*] Εκκινώντας από το νεοκλασικό πρότυπο, όπως αυτό εγκλιματίστηκε στην Ελλάδα του 19ου αιώνα, το συνδύασε ευρηματικά με στοιχεία της Ιταλικής νέο-αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής παράδοσης, με το Γερμανικό μπαρόκ, με νέο-βυζαντινές, νέο-γοτθικές και νέο-ρωμανικές επιρροές, ακόμη και με πινελιές Art Nouveau, στο πνεύμα ενός ιδιαίτερου εκλεκτικισμού, που έδωσε την σφραγίδα του στην ελληνική πρωτεύουσα και επέδρασε ευρύτερα δημιουργώντας «σχολή», με αποτέλεσμα αυτό που χαρακτηρίζουμε ως η «Αθήνα του Ziller».
Όπως παρατηρεί, αναφερόμενος στο μέγαρο Μελά, ο αρχιτέκτονας Διονύσιος Βλαχόπουλος, «οι πολυεδρικές επιφάνειες των προσόψεων, η έγχρωμη και γλυπτή διακόσμηση, τα τοξωτά ή ευθύγραμμα γωνιαία θυρώματα, τα θωράκια, οι επιστέψεις και οι ευθύγραμμες κορνίζες, είναι όλα στοιχεία που επιλεκτικά χρησιμοποιεί ο Ziller». Επρόκειτο για το μεγαλύτερο Αθηναϊκό ιδιωτικό κτίριο της εποχής, του οποίου η ανέγερση κόστισε το υπέρογκο ποσό του 1.000.000 δραχμών. Αν και αναφέρεται αρχικά ως «Grand Hôtel d’Athènes», είναι αμφίβολο αν λειτούργησε ποτέ ως ξενοδοχείο. Το 1881 στεγάστηκε εκεί για ένα μικρό διάστημα το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών και αργότερα η Αθηναϊκή Λέσχη (1888-1894).
Με τη διαθήκη του το 1883, ο Β. Μελάς είχε ορίσει ότι «την μεγάλην οικίαν μου την επί της πλατείας Λουδοβίκου κειμένην, [...] κληροδοτώ μετά την αποβίωσιν της συζύγου μου, [...] όπως εκ των ετησίων αυτής προσόδων, [...] δαπανώσι προς ίδρυσιν και συντήρησιν νηπιαγωγείων». Μετά τον θάνατο του Β. Μελά (1884) και της συζύγου του (1887), εγκρίθηκε το 1893 με Βασιλικό Διάταγμα το καταστατικό του Νηπιακού Επιμελητηρίου Μελά, για τη διαχείριση του κληροδοτήματος.
Το 1897 μια πυρκαγιά προκάλεσε σοβαρές καταστροφές στο μέγαρο, η επισκευή του οποίου ολοκληρώθηκε το 1899 από τον μηχανικό Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη. Το 1909 προστέθηκε τρίτος όροφος προς την πλατεία και την οδό Σοφοκλέους (βάσει μελέτης του αρχιτέκτονα Φιλίππου Οικονόμου), ο οποίος αποπερατώθηκε το 1932 προς τις οδούς Αιόλου και Στρέιτ. Μεταξύ των ετών 1900-1973, στεγάστηκε εκεί το κεντρικό Ταχυδρομείο των Αθηνών.
Το κτίριο κηρύχθηκε το 1974 διατηρητέο από το Υπουργείο Πολιτισμού και το 1979 μισθώθηκε από τη Εθνική Τράπεζα, η οποία ανέλαβε, μεταξύ των ετών 1983-1988 (σε συνεργασία με το Νηπιακό Επιμελητήριο Μελά), την αποκατάστασή του στην αρχική του μορφή, με κατεδάφιση της προσθήκης του τρίτου ορόφου (βάσει μελέτης του αρχιτέκτονα Διονύση Βλαχόπουλου).