Μνημείο Karl Wilberg
Mια μαρμάρινη ανθεμωτή στήλη - στα πρότυπα εκείνων της αρχαιότητας - αναδεικνύει το μνήμα του γερμανού διπλωμάτη που άνοιξε το πρώτο διεθνές βιβλιοπωλείο στην Ελλάδα.
Η λιτή επιτύμβια στήλη με τους ρόδακες και την ανθεμωτή επίστεψη, που θα μπορούσε να βρίσκεται σε αττικό νεκροταφείο του 4ου αι. π.Χ. αν δεν είχε ανάμεσα στα φύλλα του ανθεμίου έναν σταυρό, στέκεται στο μνήμα του γερμανού διπλωμάτη και βιβλιοπώλη Karl Wilberg (Κάρολος Βίλμπεργ / Βίλμπεργκ, 1823-1882) και των τεσσάρων παιδιών του, που γεννήθηκαν στην Αθήνα και χάθηκαν σε μικρή ηλικία, μεταξύ των ετών 1866-1883 (Adolph, Max, Edmund και Alexander Wilberg).
Γιoς του δασκάλου Friedrich Wilberg και της Luise, αδελφής του Karl Baedeker, δημιουργού των περίφημων ταξιδιωτικών οδηγών, γεννήθηκε στο Essen της Ρηνανίας. Στην Ελλάδα ήρθε το 1857, οπότε και άνοιξε το πρώτο διεθνές βιβλιοπωλείο στην οδό Ερμού, το οποίο σύντομα έγινε στέκι των Αθηναίων φιλομαθών. Μέσω αυτού, οι Έλληνες λόγιοι είχαν την ευκαιρία να ενημερώνονται για την ευρωπαϊκή πνευματική κίνηση, ενώ ταυτόχρονα, μέσω της βιβλιεμπορίας, γινόταν γνωστή στην Ευρώπη η ελληνική φιλολογική και επιστημονική παραγωγή.
Παράλληλα, ο Wilberg ανέπτυξε και εκδοτική δραστηριότητα, κυκλοφορώντας συν τοις άλλοις και τους πρώτους οδηγούς «Μπαίδεκερ» (Baedeker) για την Ελλάδα (σε τρεις γλώσσες), καθώς και οδηγό των μουσείων, παρέχοντας έγκυρα βοηθήματα στον ξένο επισκέπτη και αναβαθμίζοντας έτσι τη θέση της χώρας στον παγκόσμιο περιηγητικό χάρτη. Στα τέλη της δεκαετίας του 1870, διορίστηκε επιπλέον Γενικός Πρόξενος της Γερμανικής Αυτοκρατορίας στην Αθήνα.
Πέθανε στις Σπέτσες στις 15 Ιουλίου 1882 (27 Ιουλίου ν.η.) από καρδιακό νόσημα, σε ηλικία 59 ετών και κηδεύτηκε στην Αθήνα δύο μέρες αργότερα. Ο θάνατός του προκάλεσε συγκίνηση, ιδίως μεταξύ των λογίων της εποχής, ενώ όλες οι αθηναϊκές εφημερίδες επαίνεσαν το ρόλο του στην μετάδοση των ιδεών και των γνώσεων, καθώς επίσης την προσήνεια και την ευγένειά του, που τον είχαν καταστήσει αγαπητό σε Έλληνες και ξένους.
Το βιβλιοπωλείο εξακολούθησε τη λειτουργία του, υπό τη διεύθυνση του γιού του Φρειδερίκου Βίλμπεργ μέχρι το 1901, οπότε εξαγοράστηκε από τον Κώστα Ελευθερουδάκη, ιδρυτή του ομώνυμου εκδοτικού οίκου.