To όνομα της πρώτης ελληνικής εφημερίδας της Νέας Υόρκης, «Ατλαντίς», φέρει η διώροφη έπαυλη στην Κηφισιά που σχεδίασε ο Ερνέστος Τσίλερ (Ernst Ziller) το 1897, καθώς ιδιοκτήτης της δεν ήταν άλλος από τον εκδότη του εντύπου, ο επιχειρηματίας και δημοσιογράφος Σόλων Βλαστός.
Προσφιλής τόπος αναψυχής των Αθηναίων από την αρχαιότητα, η Κηφισιά, που γνώρισε ιδιαίτερη ανάπτυξη μετά τη σιδηροδρομική της σύνδεση με την Αθήνα το 1885, εκτιμήθηκε ως ιδανικό περιβάλλον διαμονής από τον εκ Σύρου ορμώμενο, δραστήριο επιχειρηματία της Νέας Υόρκης, Σόλωνα Βλαστό. Εκεί, ανάμεσα στα ξενοδοχεία και τις βίλες με τους μεγάλους κήπους, που οικοδομούνταν με τόσο ταχείς ρυθμούς ώστε το προάστιο να χαρακτηριστεί «το μυρωμένο Saint-Cloud των Αθηνών», χτίστηκε η έπαυλη του Βλαστού «Ατλαντίς».
Το εκλεκτικιστικό κτίριο που σχεδίασε ο Τσίλερ συνδυάζει νεοκλασικά και ρομαντικά στοιχεία, στο πνεύμα της λεγόμενης «γραφικής» αρχιτεκτονικής. Η αδρή εμφανής λιθοδομή της έπαυλης αποπνέει ένα ρουστίκ (rustic) ύφος, που αρμόζει στο κλίμα της εξοχικής βίλας.
Tο φαρδύ προστώο του ισογείου, που εκτείνεται σε ολόκληρη την πρόσοψη, αποτελείται από πέντε τοξωτά ανοίγματα και προσφέρει την απαραίτητη για τον μεσογειακό ήλιο σκιά, ενώ ταυτόχρονα στηρίζει τον εξώστη του ορόφου, ο οποίος περικλείεται από δύο ευμεγέθη σταυροθόλια. Μοναδικό νεοκλασικό στοιχείο αποτελεί το αέτωμα στο κεντρικό άνοιγμα του ορόφου.
Η πλούσια διακόσμηση περιλαμβάνει δύο πήλινα αγάλματα, που πλαισιώνουν το κεντρικό άνοιγμα του εξώστη, οροφογραφίες στα σταυροθόλια και νέο-πομπηιανές τοιχογραφίες στον εξωτερικό τοίχο του ισογείου. Το πιο ενδιαφέρον διακοσμητικό στοιχείο, ωστόσο, ίσως είναι η ζωγραφιστή ζωφόρος με τα ανάλαφρα μοτίβα φυσικών στοιχείων και χαρωπών ερωτιδών.
Η «Ατλαντίς» αναπαλαιώθηκε στις αρχές του 21ου αιώνα.
Ακριβώς δίπλα στην «Ατλαντίδα, επί της οδού Πεσμαζόγλου, ο Τσίλερ είχε οικοδομήσει, την ίδια περίπου εποχή, μία ακόμη έπαυλη, τη γνωστή ως «Villa Rose», την οποία χρησιμοποίησε ο ίδιος ως κατοικία και στη συνέχεια πούλησε στην οικογένεια Καλαμάρη. Η έπαυλη αυτή που, όπως προκύπτει και από τα αρχιτεκτονικά σχέδια, είχε αρκετά κοινά στοιχεία με την «Ατλαντίδα» και ανακαινίστηκε ριζικά το 1964 από τους νέους της ιδιοκτήτες, υπάρχει ακόμη, αλλά η πυκνή βλάστηση του περιβάλλοντος κήπου δεν επιτρέπει την οπτική επαφή με το κτίριο.