Λιτό και με επιτύμβιο επίγραμμα σε αρχαϊκό ύφος, είναι το ταφικό μνημείο της κόμισσας Κλάρα Σαπόρτα (Clara von Saporta, 1804 - 1835), η οποία πέθανε στη γέννα σε ηλικία 31 ετών.
Στην μία όψη του αρχαιοπρεπούς μνήματος της Κλάρα Σαπόρτα είναι γραμμένο το όνομά της στα γαλλικά - «LA COMTESSE CLAIRE DESAPORTA, NEE DE STETTEN, NEE LE 1er FEVRIER 1804 A ULM, MORTE A ATHENES LE 28 DECEMBER 1835».
Στην άλλη όψη του μνήματος, με συνεχή γραφή σε αρχαϊκό ύφος, βρίσκεται το επιτύμβιο επίγραμμα «ΕΥΔΟΙΣ ΕΛΑΦΡΟΝ ΤΗΙΔ ΥΠΝΟΝ ΣΕΜΝΗ ΓΥΝΑΙ, ΤΕΚΝΩΝ ΑΡΙΣΤΗ ΜΗΤΕΡ, ΟΡΦΑΝΩΝ ΤΡΟΦΕ» («Ας κοιμηθείς εδώ ελαφρό ύπνο, αξιοσέβαστη γυναίκα, αρίστη μητέρα των τέκνων (σου), που έτρεφες τα ορφανά»).
Και βεβαίως δεν λείπουν τα οικόσημα των Saporta (αριστερά) και των Stetten (δεξιά).
Γεννημένη το 1804 στις όχθες του Δούναβη, στην πόλη Ουλμ της Βυρτεμβέργης, που τότε υπαγόταν στην Βαυαρία, η κόμισσα Κλάρα Σαπόρτα ήταν κόρη του βαρώνου Μάρκους φον Στέτεν (Marcus von Stetten) και της Ευφροσύνης Σαντ φον Μιττελμπίμπεραχ (Euphrosyne Schad von Mittelbiberach), και σύζυγος, από το 1824, του κόμη Φρειδερίκου Σαπόρτα (Friedrich Karl von Saporta).
Ο κόμης Σαπόρτα είχε καταταγεί σε νεαρή ηλικία στον Βαυαρικό στρατό και είχε συμμετάσχει στην εκστρατεία του 1813-1814, κατά του Ναπολέοντα. Στη συνέχεια τοποθετήθηκε υπασπιστής του εφήβου πρίγκιπα Όθωνα στην αυλή του Μονάχου και, όταν εκείνος επελέγη ως βασιλιάς του νεοσύστατου Ελληνικού Βασιλείου, τον ακολούθησε, συνοδευόμενος από την σύζυγο και τα δύο ανήλικα παιδιά τους, στο ιστορικό εκείνο ταξίδι της βρετανικής φρεγάτας «Madagascar», που τους έφερε στον λιμένα του Ναυπλίου, τον Ιανουάριο του 1833.
Ωστόσο, η νέα περίοδος της ζωής τους δεν έφερε τύχη στα μέλη της οικογένειας Σαπόρτα. Τα μεθεπόμενα Χριστούγεννα, η Κλάρα άφησε την τελευταία της πνοή εξαιτίας ενός πρόωρου τοκετού. Ο θάνατός της προκάλεσε συγκίνηση στην ελληνική πρωτεύουσα και τα δημοσιεύματα του αθηναϊκού τύπου ανέφεραν τα «σπάνια προτερήματα και την φρόνιμον φιλοστοργίαν της αξιολόγου ταύτης γυναικός», υπογραμμίζοντας και την καλή σχέση που είχε αναπτύξει με τους Έλληνες. Την κηδεία της παρακολούθησαν οι αυλικοί, τα μέλη της κυβέρνησης, σύσσωμο το διπλωματικό σώμα και πλήθος κόσμου.
Έναν χρόνο μετά τον θάνατο της κόμισσας, πέθανε στο Μόναχο και ο εννιάχρονος γιος της, Λούντβιχ (Ludwig), από επιδημία χολέρας. Προς τιμήν του, ο κόμης του προσέθεσε μια πλάκα στον τάφο της συζύγου του, στην οποία αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι την ίδια ημέρα και από το ίδιο αίτιο πέθανε και ο υπασπιστής του Όθωνα, αρχιστράτηγος Μαυρομιχάλης: «ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΔΕ Ο ΜΟΝΟΓΕΝΗΣ ΑΥΤΗΣ ΥΙΟΣ ΥΠΟ ΧΟΛΕΡΑΣ ΕΝΝΕΑ[Ε]ΤΗΣ ΕΤΕΛΕΥΤΗΣΕΝ ΕΝ ΜΟΝΑΧΩ 27 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ / 8 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ ΕΝ ΕΤΕΙ 1836, ΗΜΕΡΑ ΚΑΘ’ ΗΝ ΕΝΤΑΦΙΑΖΕΤΟ ΕΚΕΙ Ο ΓΕΝΝΑΙΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΥΠΑΣΠΙΣΤΗΣ, Ο ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗΣ ΚΑΤΣΑΚΟΣ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗΣ».