H πρώτη κατοικία των βασιλέων Όθωνα και Αμαλίας και από τα πρώτα νέα σπίτια της απελευθερωμένης Αθήνας, η Οικία Δεκόζη-Βούρου χτίστηκε μεταξύ των ετών 1833-1834, βάσει σχεδίων των αρχιτεκτόνων Γιόζεφ Χόφερ (Joseph Hoffer) και Γκούσταφ Άντολφ Λούεντερς (Gustav Adolf Lüders).
Το πιο αξιόλογο κτίσμα της Αθήνας του 1834, ανεγέρθηκε για λογαριασμό του Χιώτη τραπεζίτη Σταμάτιου Δεκόζη-Βούρου (1792-1881), κατοίκου της Βιέννης και κατόπιν της Κωνσταντινούπολης, ο οποίος επέστρεψε στην πατρίδα του μετά την απελευθέρωσή της, θέτοντας προτεραιότητά του την οικοδόμηση μιας ευρωπαϊκού τύπου οικίας.
Από τα πρώτα δείγματα ενός πρώιμου και λιτού κλασικισμού στην Ελλάδα, το διώροφο αρχοντικό φέρει όλα τα τυπικά χαρακτηριστικά της κλασικιστικής αθηναϊκής κατασκευής: μαρμάρινη βάση, κεραμωτή στέγη και μπαλκόνι με λεπτοδουλεμένα φουρούσια.
Το 1836, οι βασιλείς Όθων και Αμαλία, επιστρέφοντας από το Μόναχο μετά το γάμο τους, εγκαταστάθηκαν στη "Μεγάλη Οικία" Βούρου ώσπου να οικοδομηθούν τα οριστικά του ανάκτορα - η σημερινή Βουλή - στην Αθήνα. Στην υπό διαμόρφωση τότε πλατεία Κλαυθμώνος, εκείνη την εποχή ονομαζόμενη πλατεία Νομισματοκοπείου, και κοντά στο τείχος Χασεκή, ενωμένο με τα αρχοντικά Αφθονίδη και Μαστρονικόλα που σήμερα είναι κατεδαφισμένα, το “Παλιό Παλάτι”, όπως αποκάλεσαν την Οικία αργότερα οι Αθηναίοι, φιλοξένησε το βασιλικό ζεύγος έως το 1843.
Σύμφωνα με τον Δανό συγγραφέα Χανς Κρίστιαν Άντερσεν (Hans Christian Andersen), που την επισκέφθηκε το 1841, η Οικία με μικρά δωμάτια, στα οποία ένιωθες «μια άνετη, φιλική ατμόσφαιρα», δεν διέφερε «από οποιαδήποτε καλοκαιρινή έπαυλη στην Ευρώπη».
Ανακαινισμένη, με τον διάκοσμο και την διαρρύθμιση της εποχής εκείνης να έχουν σε μεγάλο βαθμό αποκατασταθεί, βάσει μελέτης του αρχιτέκτονα Ιωάννη Τραυλού, σήμερα η Οικία στεγάζει το Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών, στο οποίο εκτίθενται, μεταξύ άλλων, έργα τέχνης και ενθυμήματα της περιόδου της βασιλείας του Όθωνα.