Πύργος Βασιλίσσης
Μυστήριο παραμένει το όνομα του αρχιτέκτονα που σχεδίασε το μικρό ρομαντικό εξοχικό της βασίλισσας Αμαλίας στο Ίλιον, το οποίο ολοκληρώθηκε το 1854 και ο Κώστας Ουράνης χαρακτήρισε «περίεργο μίγμα κοινού ελληνικού σπιτιού και πύργου των γερμανικών δρυμών».
Ένας νεογοτθικού ρυθμού ορθογώνιος πύργος, με πολυγωνικούς πυργίσκους στις τρεις από τις τέσσερις γωνίες και επάλξεις στην περίμετρο της ταράτσας, είναι ο λεγόμενος “Πύργος της Βασιλίσσης” που ακολουθούσε την μόδα της εποχής μεταξύ των εστεμμένων της Ευρώπης - και ειδικότερα της Γερμανίας - για τέτοιου τύπου οικοδομές αναψυχής.
Χτίστηκε στο κτήμα “Επτάλοφος”, συνολικής έκτασης 2.500 στρεμμάτων, το οποίο προόριζε η βασιλική οικογένεια για τη δημιουργία ενός πρότυπου αγροκηπίου, γι’ αυτό και φυτεύτηκαν φοίνικες, κυπαρίσσια, οπωροφόρα δένδρα, καλλωπιστικά φυτά και αμπέλια, ενώ εισήχθησαν και επίλεκτες ράτσες ζώων, όπως αραβικά άλογα, πρόβατα merinos και άλλα.
Η είσοδος του πύργου βρίσκεται στη δυτική πλευρά και οδηγεί σε μια αίθουσα υποδοχής, συνοδευόμενη από τρία μικρά δωμάτια, ενώ στο βάθος μια σπειροειδής κλίμακα, που αναπτύσσεται στο εσωτερικό του μεγαλύτερου πυργίσκου, οδηγεί αφενός στο κελάρι και αφετέρου στον όροφο.
Την κάτοψη του ορόφου συνθέτουν δύο μικρότερα δωμάτια και μια μεγάλη αίθουσα με περίτεχνο ξύλινο δάπεδο (marqueterie) και πλούσια διακόσμηση στους τοίχους και την οροφή, όπου κυριαρχεί το γαλάζιο, το κόκκινο και το χρυσό χρώμα, πλαισιώνοντας τα οικόσημα των δύο ηγεμονικών οίκων του ζεύγους (Wittelsbach και Oldenburg), καθώς και τα εραλδικά εμβλήματα των Βασιλείων της Ελλάδος και της Βαυαρίας.
Εξωτερικά, τα λιτά γοτθικά παράθυρα του ισογείου εναλλάσσονται με τα πιο περίτεχνα του ορόφου, ενώ στο μέσον της πρόσοψης υπάρχει ένας εξώστης ανάλογα διακοσμημένος.
Σε μικρή απόσταση από τον Πύργο υψώνεται μια μνημειακή πύλη, με επάλξεις στην επίστεψη, περικλειόμενη από τέσσερις πυργίσκους. Το σύνολο περιβάλλεται προς νότο από έναν κήπο στυλ «anglais», στολισμένο με αγάλματα και ένα σιντριβάνι, ενώ προς βορρά συμπληρώνεται από μια σειρά μικροτέρων κτισμάτων, που θυμίζουν γερμανικές αγροτικές οικίες και χρησίμευαν ως αποθήκες και στάβλοι.
Έχει παρατηρηθεί ότι ο Πύργος των Λιοσίων παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες, παρά τη διαφορά τους στο μέγεθος, με τον Πύργο του Hohenschwangau (Schloss Hohenschwangau) στη Βαυαρία, που οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1833-1837, ως θερινό ανάκτορο του αδελφού του Όθωνα, πρίγκιπα Μαξιμιλιανού.
Η ταυτότητα του αρχιτέκτονα που σχεδίασε τον «Πύργο της Βασιλίσσης», στη θέση που ενδεχομένως στα χρόνια της Τουρκοκρατίας υψωνόταν ένας παλαιότερος πύργος, δεν έχει μέχρι στιγμής εξακριβωθεί. Κατά μία άποψη, πρόκειται για τον Γάλλο αρχιτέκτονα Florimond Boulanger, ο οποίος εργαζόταν στην Ελλάδα εκείνη την περίοδο και είχε ασχοληθεί με την εσωτερική διακόσμηση και την επίπλωση του κτιρίου. Άλλη άποψη πιθανολογεί ότι τα σχέδια έγιναν στο εξωτερικό, γεγονός που δεν μπορεί να αποκλειστεί, ενώ νεώτερα στοιχεία αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο εμπλοκής του Δανού αρχιτέκτονα Theophil Hansen.
Μετά την εκθρόνιση του Όθωνα, το κτήμα της «Επταλόφου» αγοράστηκε από τον βαρώνο Σίμωνα Σίνα, μετά το θάνατο του οποίου πωλήθηκε στον επιχειρηματία και βουλευτή Γεώργιο Παχύ. Μέσω του γάμου μιας από τις κόρες του τελευταίου με τον Φερδινάνδο Σερπιέρη, το κτήμα περιήλθε στην οικογένεια Σερπιέρη.
Σήμερα, ένα μεγάλο μέρος της αρχικής «Επταλόφου» έχει αποδοθεί στο κοινόχρηστο «Πάρκο Περιβαλλοντικής Ευαισθητοποίησης ‘Αντώνης Τρίτσης’», ενώ το υπόλοιπο (μαζί με τον Πύργο) παραμένει στην οικογένεια Σερπιέρη και το διαχειρίζεται μια «Γεωργοκτηνοτροφική Εταιρεία», με κυριότερη δραστηριότητα την βιολογική οινοποιία. Στις αρχές του 21ου αιώνα ο Πύργος αναπαλαιώθηκε και έκτοτε είναι επισκέψιμος κατόπιν συνεννόησης.