Ξενοδοχείο «Μέγας Αλέξανδρος»
Το τετραώροφο ξενοδοχείο «Μέγας Αλέξανδρος», που δεσπόζει στη δυτική γωνία της διασταύρωσης της οδού Αθηνάς με την πλατεία Ομονοίας, οικοδομήθηκε το έτος 1889 για λογαριασμό του επιχειρηματία Ιωάννη Μπάγκα, [*] βάσει σχεδίων του αρχιτέκτονα Ernst Ziller.
Ο Ernst Ziller (Ερνέστος Τσίλλερ, 1837-1923) υπήρξε Γερμανός αρχιτέκτονας που δραστηριοποιήθηκε στην Ελλάδα κατά το δεύτερο μισό του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα.[**] Εκκινώντας από το νεοκλασικό πρότυπο, όπως αυτό εγκλιματίστηκε στην Ελλάδα του 19ου αιώνα, το συνδύασε ευρηματικά με στοιχεία της Ιταλικής νέο-αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής παράδοσης, με το Γερμανικό μπαρόκ, με νέο-βυζαντινές, νέο-γοτθικές και νέο-ρωμανικές επιρροές, ακόμη και με πινελιές Art Nouveau, στο πνεύμα ενός ιδιαίτερου εκλεκτικισμού, που έδωσε την σφραγίδα του στην ελληνική πρωτεύουσα και επέδρασε ευρύτερα δημιουργώντας «σχολή», με αποτέλεσμα αυτό που χαρακτηρίζουμε ως η «Αθήνα του Ziller».
Ήδη από το 1889, ενώ δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί η οικοδόμηση του ξενοδοχείου «Μέγας Αλέξανδρος», ο Ιωάννης Μπάγκας το δώρισε, μαζί με την υπόλοιπη περιουσία του, προκειμένου να αξιοποιηθεί υπέρ κοινωφελών και εθνωφελών σκοπών, αναθέτοντας τη διαχείριση σε μια Επιτροπή που φέρει το όνομά του (Μπάγκειος Επιτροπή) και η οποία λειτουργεί ακόμη.
Η ανέγερσή του «Μεγάλου Αλεξάνδρου» (μαζί με το δίδυμό του «Μπάγκειον» λίγο αργότερα, επίσης ιδιοκτησίας Μπάγκα και σχεδίων Ziller) εγκαινίασε κατά κάποιο τρόπο μια νέα εποχή για τα αθηναϊκά ξενοδοχεία, από πλευράς μεγέθους, εσωτερικής διάταξης και εξωτερικής μορφής. Από αρχιτεκτονικής απόψεως, το κτίριο αποτελεί δείγμα του όψιμου νεοκλασικισμού με εκλεκτικιστικά στοιχεία, των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα. Οι αετωματικές επιστέψεις των ανοιγμάτων του πρώτου ορόφου εναλλάσσονται με τις ευθύγραμμες των ανοιγμάτων του δευτέρου (στο γειτονικό «Μπάγκειον» συμβαίνει το αντίθετο), ενώ στα άκρα των ορόφων οι εξώστες προβάλλουν καμπύλοι, στον πρώτο όροφο πλαισιωμένοι επιπλέον και με καρυάτιδες.
Το κτίριο ήταν αρχικά τριώροφο, με αγάλματα στη στέψη, τα οποία αφαιρέθηκαν αργότερα, όταν προστέθηκε ο τέταρτος όροφος, διακοσμημένος με βαθυκόκκινες ορθογώνιες επιφάνειες μεταξύ των ανοιγμάτων, στοιχείο που χαρακτηρίζει ορισμένα από τα κτίρια του Ziller εκείνης της εποχής (όπως λ.χ. το «Μπάγκειον», το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο κ.ά.). Στο κτίριο στεγάστηκαν επίσης ενοικιαζόμενα καταστήματα, στο ισόγειο και στο υπόγειο.
Ο «Μέγας Αλέξανδρος» είχε αποκτήσει για ένα διάστημα και παράρτημα σε άλλο κτίριο της πλατείας Ομονοίας, στις αρχές του 20ού αιώνα, αλλά παρήκμασε μεταπολεμικά, όπως και τα περισσότερα ξενοδοχεία της ευρύτερης περιοχής. Εξακολουθούσε να λειτουργεί πάντως κατά τη δεκαετία του 1950, ενώ το ομώνυμο καφενείο-γαλακτοπωλείο του συνέχισε έως τα τέλη του 20ού αιώνα. Ορισμένα από τα υπόλοιπα εμπορικά καταστήματα του ισογείου λειτουργούν ακόμη.
[*] Αναφέρεται συχνά σε διάφορα δημοσιεύματα ως Πάγκας, αν και, όπως προκύπτει από όλα τα επίσημα έγγραφα, το όνομά του είναι Ιωάννης Μπάγκας του Μιχαήλ. Γεννημένος το 1814 στην Κορυτσά (τότε υπό οθωμανική κυριαρχία, σήμερα στο αλβανικό έδαφος), μετανάστευσε αρχικά στην Αίγυπτο και κατόπιν στη Ρουμανία, όπου επένδυσε σε εκτεταμένες γεωργικές εκμεταλλεύσεις, συγκεντρώνοντας μεγάλη περιουσία. Στην Αθήνα εγκαταστάθηκε το 1882, όπου και πέθανε το 1895.